Είναι ένα από τα πιο θαυμαστά είδη με υψηλή νοημοσύνη, αξιοθαύμαστη κοινωνική οργάνωση - σύμβολο ελευθερίας και δύναμης. Επί αιώνες καταδιώκεται ανελέητα από τον άνθρωπο ως επικίνδυνος, όταν στην πραγματικότητα απλώς διεκδικεί το φυσικό χώρο που εμείς του στερήσαμε. Αποτέλεσμα; Σήμερα ανήκει στα πλέον τρωτά είδη του πλανήτη.
Από παιδιά μαθαίνουμε να τον φοβόμαστε, όμως στην πραγματικότητα αυτός πρέπει να μας φοβάται. Ο λύκος, για αιώνες, κυνηγήθηκε από τον άνθρωπο ανελέητα, αιχμαλωτίστηκε, επικηρύχτηκε, θανατώθηκε. Παρ όλα αυτά θεωρείται πάντα ο «κακός» χάρη σε ένα... μπαράζ αρνητικής διαφήμισης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αποτελεί ένα από τα πιο τρωτά είδη στον πλανήτη.
O λύκος υπήρξε το θηλαστικό με τη μεγαλύτερη εξάπλωση στον πλανήτη - σχεδόν σε όλο το Βόρειο Ημισφαίριο και, φυσικά, στη χώρα μας. Οι συστηματικές προσπάθειες εξόντωσής του όμως περιόρισαν δραματικά την έκταση της ιστορικής του επικράτειας.
Σήμερα, τους μεγαλύτερους πληθυσμούς λύκων στην Ευρώπη φιλοξενούν οι ανατολικές χώρες, ενώ σε μικρότερους αριθμούς συναντάται το είδος στην Ελλάδα, την Πορτογαλία, την Ισπανία, την Ιταλία και τις σκανδιναβικές χώρες. Πρόσφατα επανεμφανίστηκε στη Γαλλία, την Ελβετία και τη Γερμανία. Στην Ελλάδα, κανείς μπορεί να συναντήσει λύκους σε όλη σχεδόν την ηπειρωτική χώρα, βόρεια της Βοιωτίας, αλλά η εξάπλωσή του είναι αραιή. Ο συνολικός πληθυσμός του υπολογίζεται σε 700 άτομα, χωρισμένα σε 90 περίπου αγέλες (σύμφωνα με την τελευταία καταγραφή, το 1999).
Για πολλά χρόνια, όπως λέει στο ΟΙΚΟ ο βιολόγος, με ειδίκευση στη διαχείριση της άγριας ζωής και μέλος της επιστημονικής επιτροπής του Αρκτούρου κ. Γιώργος Γιαννάτος, ο λύκος επιβίωνε στην Ελλάδα αποκλειστικά από τα κτηνοτροφικά ζώα, καθώς η φυσική του τροφή, τα οπληφόρα (ελάφια, ζαρκάδια, αγριογούρουνα), ήταν περιορισμένη. «Στη χώρα μας, για αιώνες ο λύκος ζούσε κοντά στον άνθρωπο, τρώγοντας τα νεκρά ζώα από την κτηνοτροφία ή σκοτώνοντας ο ίδιος. Μεγάλη αλλαγή επήλθε πριν από τριάντα χρόνια, με το τέλος της νομαδικής κτηνοτροφίας. Στην εντατική κτηνοτροφία, τα ζώα δεν ψοφάνε τόσο εύκολα και φυσικά δεν βγαίνουν έξω στην ύπαιθρο. '
Οι πληθυσμοί του λύκου, λοιπόν, όπως και των υπόλοιπων ζώων που βασίζονταν στα κτηνοτροφικά κοπάδια, μειώθηκαν». Την αρνητική στάση των κτηνοτρόφων συντηρούσε μέχρι πρότινος και μία πολύ βασική παράμετρος: η αποζημίωση του κτηνοτρόφου ήταν δυνατή στην περίπτωση που η ζημία αφορούσε τουλάχιστον μία ζωική μονάδα -δεν καλύπτονταν απώλειες για λιγότερα από 4 αιγοπρόβατα τη φορά...
Επικηρυγμένος έως το 1991
Παράλληλα, έως το '91(!) βρισκόταν σε ισχύ η επικήρυξη του λύκου που θεωρούνταν επιζήμιο είδος. Εως τότε, όποιος σκότωνε ένα λύκο δικαιούνταν χρηματικής αμοιβής. Υπολογίζεται ότι τη δεκαετία του '70, θανατώνονταν για το λόγο αυτό περίπου 700 λύκοι το χρόνο. «Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, στα μέσα της δεκαετίας του '80, να εξαφανιστούν από πολλές περιοχές, κυρίως της νότιας χώρας.
Με την κατάργηση της επικήρυξης, τη δουλειά του Αρκτούρου και τη θέσπιση αποζημίωσης για τους κτηνοτρόφους που έχαναν ζώα από τους λύκους, το είδος άρχισε να επανεμφανίζεται», λέει ο κ. Γιαννάτος. Στην Πελοπόννησο και την Κρήτη, ωστόσο, δεν ξαναεμφανίστηκε ποτέ. Από το '91 βγήκε από τον κατάλογο των «επιβλαβών ειδών» και το 1993 καταχωρίσθηκε και επισήμως στα «τρωτά» είδη. Αξίζει να σημειωθεί ότι από το 1969 απαγορεύεται η σύλληψη και η κατοχή λύκου από ιδιώτη. Παρ' όλα αυτά, δεκάδες λύκοι συνεχίζουν να φονεύονται κάθε χρόνο, ενώ ιδιώτες εξακολουθούν να αιχμαλωτίζουν λυκάκια για να τα χρησιμοποιούν ως... φύλακες.
Σήμερα, η επέκταση της ανθρώπινης δραστηριότητας ακόμα και σε έως πρότινος δυσπρόσιτες περιοχές, η διάνοιξη δρόμων, η μείωση των δασικών εκτάσεων, έχουν συντείνει στην περιθωριοποίησή του. Η έλλειψη φυσικής λείας του λύκου, ωστόσο, αποτελεί τον υπ' αριθμόν ένα κίνδυνο για το είδος. «Αυτό απαγορεύει στους λύκους να επιβιώσουν χωρίς να επιβαρύνουν τον άνθρωπο. Ετσι, οι λύκοι ακολουθούν τις ανθρώπινες δραστηριότητες, οι οποίες πλέον έχουν φύγει από τις ορεινές περιοχές και έχουν κατέβει χαμηλότερα. Είναι μύθος ότι επειδή βλέπουμε λύκους σε χαμηλά υψόμετρα, είναι πάρα πολλοί. Απλώς εκεί είναι η τροφή τους. Αν θες να δεις λύκο στην Ελλάδα σήμερα, καλύτερα να μην... πάρεις τα βουνά. Οι λύκοι τριγυρίζουν κοντά σε κατοικημένες περιοχές, που βρίσκονται κοντά σε δάση. Γι' αυτό, πολύ συχνά πέφτουν θύματα τροχαίων».
Η δεύτερη μεγαλύτερη απειλή είναι η τοποθέτηση δηλητηριασμένων δολωμάτων (κυρίως με στρυχνίνη) από τους κτηνοτρόφους, πρακτική που παρότι από το 1993 απαγορεύεται διά νόμου, δεν έχει εκλείψει. Σύμφωνα μάλιστα με τον κ. Γιαννάτο, από αυτήν κινδυνεύουν εξίσου, εάν όχι περισσότερο, και πολλά άλλα ζώα.
Όλα αυτά δείχνουν ότι ο φόβος για τον «κακό λύκο» καλά κρατεί στην επαρχία. Μολονότι δεν έχει καταγραφεί ποτέ και σε κανένα μέρος επίθεση λύκου σε άνθρωπο, ο μύθος που τον θέλει εχθρό του ανθρώπου εξακολουθεί να λειτουργεί εις βάρος του. «Κι όμως, ο λύκος είναι ένα ντροπαλό και ήσυχο ζώο που αποφεύγει τον άνθρωπο. Είναι χαρακτηριστικό ότι κινείται νύχτα. Γι' αυτό δεν είναι εύκολο να τον δεις. Αν και τον έχει ανάγκη για να τραφεί, ο λύκος αποφεύγει τον άνθρωπο», καταλήγει ο κ. Γιαννάτος.
Η ζωή στην αγέλη
Κάθε οικογένεια, μια αγέλη: Κύριο χαρακτηριστικό των λύκων είναι ο υψηλός βαθμός κοινωνικής οργάνωσης, που βασίζεται στην αυστηρή κοινωνική ιεραρχία. Οι αγέλες που σχηματίζουν οι λύκοι στην Ελλάδα περιλαμβάνουν συνήθως 6 με 7 μέλη (σχεδόν ποτέ δεν υπερβαίνουν τα 13 - 15 άτομα), όσα δηλαδή είναι τα μέλη της οικογένειας.
Ζευγάρι για πάντα: Σε κάθε αγέλη, υπάρχει ένα κυρίαρχο αρσενικό που μαζί με ένα θηλυκό, αποτελούν τον πυρήνα της. Το ζευγάρι μπορεί να παραμείνει ενωμένο για πάντα, εκτός κι αν κάποιο άλλο δυνατότερο αρσενικό νικήσει το κυρίαρχο αρσενικό ή κάποιο από τα ζώα πεθάνει. Ετσι εξασφαλίζεται η αναπαραγωγή δυνατών και υγιών απογόνων, ενώ μειώνονται οι πιθανότητες κληρονομικότητας ασθενών γονιδίων.
Η επικράτεια: Κάθε αγέλη ορίζει τη δική της περιοχή και συνήθως κινείται μέσα στα όριά της. Την επικράτεια οριοθετεί το αρσενικό με ούρα και γδαρσίματα σε δέντρα. Τα καθορισμένα όρια δεν επιτρέπεται να παραβιάσει καμιά άλλη αγέλη. Αν το τολμήσει, μπορεί να ακολουθήσουν μέχρι και θανατηφόρες συγκρούσεις.
Το κυνήγι είναι η σημαντικότερη δραστηριότητα της αγέλης. Ενώ γίνεται ομαδικά, συντονίζεται από τον αρχηγό. Παραδόξως, τα θύματα που επιλέγουν οι λύκοι είναι ζώα πιο μεγαλόσωμα από τους ίδιους. Οταν υπάρχει μεγάλη διαθεσιμότητα θηραμάτων, οι λύκοι θανατώνουν περισσότερα ζώα απ' όσα χρειάζονται για να τραφούν. Μπορούν άλλωστε να καταναλώσουν περισσότερα από 7 κιλά κρέας ανά άτομο - μόνο σε ένα γεύμα! Μπορούν όμως και να επιβιώσουν για αρκετές ημέρες χωρίς καθόλου τροφή.
Το παιχνίδι του ζευγαρώματος: Ξεκινά στο τέλος του χειμώνα. Κατά κανόνα, τα αρσενικά δίνουν μάχες για να κερδίσουν το θηλυκό. Παρά τη σφοδρότητα που χαρακτηρίζει αυτούς τους αγώνες, δεν σημειώνονται ποτέ θάνατοι. Όποιος επικρατήσει χρίεται αρχηγός της αγέλης, ενώ ο χαμένος δέχεται την ήττα και ακολουθεί μοναχική πορεία. Οι μοναχικοί λύκοι περιφέρονται στις περιοχές επικράτειας άλλων αγελών, αλλά δεν συμμετέχουν στην κοινωνική ζωή. Ακολουθούν από απόσταση και αποφεύγουν να ουρλιάζουν.
Νέα μέλη στην οικογένεια: Σε 63 περίπου μέρες μετά το ζευγάρωμα (Απρίλιος - Ιούνιος) θα γεννηθούν τα μικρά. Οι λύκοι γεννούν από 3 έως 7 μικρά, που εντάσσονται στην αγέλη. Την ανατροφή τους θα αναλάβουν από κοινού οι γονείς και τα υπόλοιπα μέλη της αγέλης, παρέχοντάς τους τροφή και προστασία. Η γέννηση των μικρών επηρεάζει τις συνήθειες της αγέλης που σταματά τις πολλές μετακινήσεις. Τις 8 πρώτες εβδομάδες, όσο τα λυκάκια θηλάζουν, η μητέρα δεν τα εγκαταλείπει σχεδόν ποτέ. Θα περάσουν αρκετοί μήνες έως ότου τα μικρά ακολουθήσουν την αγέλη στις μετακινήσεις της. Θα παραμείνουν στην οικογένεια μέχρι να γίνουν ενός έτους οπότε και θα έχουν ολοκληρώσει την εκπαίδευσή τους και θα έχουν μυηθεί στα μυστικά της επιβίωσης.
Ευχαριστούμε τον Αρκτούρο για τη βοήθεια τόσο στο φωτογραφικό υλικό όσο και στα στοιχεία της έρευνας.
Ποιος είναι ο... κακός ο λύκος
• Ο πρώτος πρόγονος του λύκου εμφανίστηκε πριν από 54 εκατομμύρια χρόνια στη Βόρεια Αμερική, ενώ με τη σημερινή του μορφή πριν από 1,5 εκατ. χρόνια.
• Αποτελεί τον μεγαλύτερο σε μέγεθος εκπρόσωπο των κυνοειδών.
• Σήμερα επιβιώνουν δύο είδη λύκων, ο γκρίζος -αυτός με τη μεγαλύτερη εξάπλωση- και ο κόκκινος που ζει μόνο στις νοτιοανατολικές πολιτείες των ΗΠΑ και το Μεξικό.
• Αν και ζώο σαρκοφάγο, τρελαίνεται για τα σταφύλια!
• Έχει υψηλή νοημοσύνη και ανεπτυγμένη κοινωνική οργάνωση.
• Ζει κατά μέσον όρο 8 έως 16 χρόνια.
• Το βάρος του μεσογειακού λύκου κυμαίνεται από 20 έως 40 κιλά και το μήκος του φθάνει το 1 - 1,5 μέτρο, ενώ στο τρίχωμά του κυριαρχεί το καφέ χρώμα με χαρακτηριστική γκρίζα ράχη.
• Το κρανίο του είναι μεγάλο σε σχέση με το σώμα του, με ισχυρές γνάθους για αρπαγή και τεμαχισμό της λείας. Διαθέτει 42 δόντια με κυνόδοντες που φθάνουν έως και τα 7 εκατοστά. Το δάγκωμά του είναι δυο φορές πιο ισχυρό από του σκύλου.
• Το στέρνο του είναι μυώδες και τα πόδια του εξαιρετικά δυνατά και ψηλά ώστε να αναπτύσσει ταχύτητες έως και 40 χλμ./ώρα. Τα πέλματά του είναι στραμμένα προς τα έξω για να επιτρέπουν άνετο βάδισμα στο χιόνι.
• Η ισχυρότερη αίσθησή του είναι η όσφρηση. Μπορεί να εντοπίσει το θήραμά του σε απόσταση 3 χιλιομέτρων μόνο από τη μυρωδιά. Η ρινική του κοιλότητα είναι 14 φορές μεγαλύτερη από του ανθρώπου.
• Η ακοή του είναι επίσης δυνατή. Αντιλαμβάνεται ήχους σε ευρύ φάσμα συχνοτήτων από 250 Hz ώς 30.000 Hz.
• Ενώ τα περισσότερα θηλαστικά έχουν ασπρόμαυρη όραση, ο λύκος μπορεί και ξεχωρίζει το κόκκινο χρώμα που αντιστοιχεί στο αίμα και το κίτρινο χρώμα που αντιστοιχεί στα ούρα.
• Οι λύκοι επικοινωνούν μεταξύ τους με χαρακτηριστικές εκφράσεις του προσώπου, στάσεις του σώματος και ποικιλία ήχων.
• Όσα χρόνια κι αν παραμείνει στην αιχμαλωσία, δεν πρόκειται ποτέ να αποκτήσει τη συμπεριφορά σκύλου - δεν θα γίνει ποτέ ένας καλός φύλακας ή ένα υπάκουο κατοικίδιο.
Ανέκαθεν ο «κακός» των παραμυθιών
Η κακή του φήμη ξεκίνησε όταν κατά το Μεσαίωνα ξέσπασε επιδημία πανώλους και οι λύκοι ως πτωματοφάγοι έτρωγαν τους νεκρούς. Αργότερα, όταν στην Ελλάδα έπληξε τους λύκους επιδημία λύσσας η έντονη επιθετικότητά τους λόγω της ασθένειας μεγάλωσε το φόβο του κόσμου. Αλλά και μέχρι σήμερα η φιλολογία που τον συνοδεύει συνοψίζεται ίσως σε μία και μόνη φράση: είναι το άγριο ζώο που ρημάζει τα κοπάδια των βοσκών και καταστρέφει το βίος τους.
«Όταν ο άνθρωπος ήταν ακόμα κυνηγός, υπήρχε ένας φυσικός ανταγωνισμός με τον λύκο, αφού τα θηράματα και των δύο ειδών ήταν παρόμοια. Από τη στιγμή που άρχισε να εξελίσσεται και, κυρίως, να ανακαλύπτει τη δυνατότητα που ο ίδιος έχει να εκτρέφει ζώα, η αρνητική εικόνα του λύκου απέκτησε ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις για έναν απλό λόγο: ο λύκος δεν μπορούσε και δεν μπορεί να καταλάβει ότι τα ζώα του κοπαδιού αποτελούν περιουσία κάποιου άλλου», εξηγεί ο Λάζαρος Γεωργιάδης, βιολόγος - υπεύθυνος δράσεων του Αρκτούρου. «Όμως, ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα δύο είδη έγινε ακόμα πιο έντονος, όταν ο άνθρωπος με το κυνήγι επενέβη στη Φύση σε τέτοιο βαθμό ώστε να πάρει από τον λύκο τη φυσική του λεία. Και αυτό είναι ξεκάθαρο στην περίπτωση της Ελλάδας, π.χ. με το ελάφι που εξοντώθηκε από τον άνθρωπο. Αφού, λοιπόν, ο λύκος δεν έβρισκε τροφή, θα πήγαινε να «κλέψει» την έτοιμη, τα πρόβατα των κτηνοτρόφων».
Από παιδιά μαθαίνουμε να τον φοβόμαστε, όμως στην πραγματικότητα αυτός πρέπει να μας φοβάται. Ο λύκος, για αιώνες, κυνηγήθηκε από τον άνθρωπο ανελέητα, αιχμαλωτίστηκε, επικηρύχτηκε, θανατώθηκε. Παρ όλα αυτά θεωρείται πάντα ο «κακός» χάρη σε ένα... μπαράζ αρνητικής διαφήμισης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αποτελεί ένα από τα πιο τρωτά είδη στον πλανήτη.
O λύκος υπήρξε το θηλαστικό με τη μεγαλύτερη εξάπλωση στον πλανήτη - σχεδόν σε όλο το Βόρειο Ημισφαίριο και, φυσικά, στη χώρα μας. Οι συστηματικές προσπάθειες εξόντωσής του όμως περιόρισαν δραματικά την έκταση της ιστορικής του επικράτειας.
Σήμερα, τους μεγαλύτερους πληθυσμούς λύκων στην Ευρώπη φιλοξενούν οι ανατολικές χώρες, ενώ σε μικρότερους αριθμούς συναντάται το είδος στην Ελλάδα, την Πορτογαλία, την Ισπανία, την Ιταλία και τις σκανδιναβικές χώρες. Πρόσφατα επανεμφανίστηκε στη Γαλλία, την Ελβετία και τη Γερμανία. Στην Ελλάδα, κανείς μπορεί να συναντήσει λύκους σε όλη σχεδόν την ηπειρωτική χώρα, βόρεια της Βοιωτίας, αλλά η εξάπλωσή του είναι αραιή. Ο συνολικός πληθυσμός του υπολογίζεται σε 700 άτομα, χωρισμένα σε 90 περίπου αγέλες (σύμφωνα με την τελευταία καταγραφή, το 1999).
Για πολλά χρόνια, όπως λέει στο ΟΙΚΟ ο βιολόγος, με ειδίκευση στη διαχείριση της άγριας ζωής και μέλος της επιστημονικής επιτροπής του Αρκτούρου κ. Γιώργος Γιαννάτος, ο λύκος επιβίωνε στην Ελλάδα αποκλειστικά από τα κτηνοτροφικά ζώα, καθώς η φυσική του τροφή, τα οπληφόρα (ελάφια, ζαρκάδια, αγριογούρουνα), ήταν περιορισμένη. «Στη χώρα μας, για αιώνες ο λύκος ζούσε κοντά στον άνθρωπο, τρώγοντας τα νεκρά ζώα από την κτηνοτροφία ή σκοτώνοντας ο ίδιος. Μεγάλη αλλαγή επήλθε πριν από τριάντα χρόνια, με το τέλος της νομαδικής κτηνοτροφίας. Στην εντατική κτηνοτροφία, τα ζώα δεν ψοφάνε τόσο εύκολα και φυσικά δεν βγαίνουν έξω στην ύπαιθρο. '
Οι πληθυσμοί του λύκου, λοιπόν, όπως και των υπόλοιπων ζώων που βασίζονταν στα κτηνοτροφικά κοπάδια, μειώθηκαν». Την αρνητική στάση των κτηνοτρόφων συντηρούσε μέχρι πρότινος και μία πολύ βασική παράμετρος: η αποζημίωση του κτηνοτρόφου ήταν δυνατή στην περίπτωση που η ζημία αφορούσε τουλάχιστον μία ζωική μονάδα -δεν καλύπτονταν απώλειες για λιγότερα από 4 αιγοπρόβατα τη φορά...
Επικηρυγμένος έως το 1991
Παράλληλα, έως το '91(!) βρισκόταν σε ισχύ η επικήρυξη του λύκου που θεωρούνταν επιζήμιο είδος. Εως τότε, όποιος σκότωνε ένα λύκο δικαιούνταν χρηματικής αμοιβής. Υπολογίζεται ότι τη δεκαετία του '70, θανατώνονταν για το λόγο αυτό περίπου 700 λύκοι το χρόνο. «Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, στα μέσα της δεκαετίας του '80, να εξαφανιστούν από πολλές περιοχές, κυρίως της νότιας χώρας.
Με την κατάργηση της επικήρυξης, τη δουλειά του Αρκτούρου και τη θέσπιση αποζημίωσης για τους κτηνοτρόφους που έχαναν ζώα από τους λύκους, το είδος άρχισε να επανεμφανίζεται», λέει ο κ. Γιαννάτος. Στην Πελοπόννησο και την Κρήτη, ωστόσο, δεν ξαναεμφανίστηκε ποτέ. Από το '91 βγήκε από τον κατάλογο των «επιβλαβών ειδών» και το 1993 καταχωρίσθηκε και επισήμως στα «τρωτά» είδη. Αξίζει να σημειωθεί ότι από το 1969 απαγορεύεται η σύλληψη και η κατοχή λύκου από ιδιώτη. Παρ' όλα αυτά, δεκάδες λύκοι συνεχίζουν να φονεύονται κάθε χρόνο, ενώ ιδιώτες εξακολουθούν να αιχμαλωτίζουν λυκάκια για να τα χρησιμοποιούν ως... φύλακες.
Σήμερα, η επέκταση της ανθρώπινης δραστηριότητας ακόμα και σε έως πρότινος δυσπρόσιτες περιοχές, η διάνοιξη δρόμων, η μείωση των δασικών εκτάσεων, έχουν συντείνει στην περιθωριοποίησή του. Η έλλειψη φυσικής λείας του λύκου, ωστόσο, αποτελεί τον υπ' αριθμόν ένα κίνδυνο για το είδος. «Αυτό απαγορεύει στους λύκους να επιβιώσουν χωρίς να επιβαρύνουν τον άνθρωπο. Ετσι, οι λύκοι ακολουθούν τις ανθρώπινες δραστηριότητες, οι οποίες πλέον έχουν φύγει από τις ορεινές περιοχές και έχουν κατέβει χαμηλότερα. Είναι μύθος ότι επειδή βλέπουμε λύκους σε χαμηλά υψόμετρα, είναι πάρα πολλοί. Απλώς εκεί είναι η τροφή τους. Αν θες να δεις λύκο στην Ελλάδα σήμερα, καλύτερα να μην... πάρεις τα βουνά. Οι λύκοι τριγυρίζουν κοντά σε κατοικημένες περιοχές, που βρίσκονται κοντά σε δάση. Γι' αυτό, πολύ συχνά πέφτουν θύματα τροχαίων».
Η δεύτερη μεγαλύτερη απειλή είναι η τοποθέτηση δηλητηριασμένων δολωμάτων (κυρίως με στρυχνίνη) από τους κτηνοτρόφους, πρακτική που παρότι από το 1993 απαγορεύεται διά νόμου, δεν έχει εκλείψει. Σύμφωνα μάλιστα με τον κ. Γιαννάτο, από αυτήν κινδυνεύουν εξίσου, εάν όχι περισσότερο, και πολλά άλλα ζώα.
Όλα αυτά δείχνουν ότι ο φόβος για τον «κακό λύκο» καλά κρατεί στην επαρχία. Μολονότι δεν έχει καταγραφεί ποτέ και σε κανένα μέρος επίθεση λύκου σε άνθρωπο, ο μύθος που τον θέλει εχθρό του ανθρώπου εξακολουθεί να λειτουργεί εις βάρος του. «Κι όμως, ο λύκος είναι ένα ντροπαλό και ήσυχο ζώο που αποφεύγει τον άνθρωπο. Είναι χαρακτηριστικό ότι κινείται νύχτα. Γι' αυτό δεν είναι εύκολο να τον δεις. Αν και τον έχει ανάγκη για να τραφεί, ο λύκος αποφεύγει τον άνθρωπο», καταλήγει ο κ. Γιαννάτος.
Η ζωή στην αγέλη
Κάθε οικογένεια, μια αγέλη: Κύριο χαρακτηριστικό των λύκων είναι ο υψηλός βαθμός κοινωνικής οργάνωσης, που βασίζεται στην αυστηρή κοινωνική ιεραρχία. Οι αγέλες που σχηματίζουν οι λύκοι στην Ελλάδα περιλαμβάνουν συνήθως 6 με 7 μέλη (σχεδόν ποτέ δεν υπερβαίνουν τα 13 - 15 άτομα), όσα δηλαδή είναι τα μέλη της οικογένειας.
Ζευγάρι για πάντα: Σε κάθε αγέλη, υπάρχει ένα κυρίαρχο αρσενικό που μαζί με ένα θηλυκό, αποτελούν τον πυρήνα της. Το ζευγάρι μπορεί να παραμείνει ενωμένο για πάντα, εκτός κι αν κάποιο άλλο δυνατότερο αρσενικό νικήσει το κυρίαρχο αρσενικό ή κάποιο από τα ζώα πεθάνει. Ετσι εξασφαλίζεται η αναπαραγωγή δυνατών και υγιών απογόνων, ενώ μειώνονται οι πιθανότητες κληρονομικότητας ασθενών γονιδίων.
Η επικράτεια: Κάθε αγέλη ορίζει τη δική της περιοχή και συνήθως κινείται μέσα στα όριά της. Την επικράτεια οριοθετεί το αρσενικό με ούρα και γδαρσίματα σε δέντρα. Τα καθορισμένα όρια δεν επιτρέπεται να παραβιάσει καμιά άλλη αγέλη. Αν το τολμήσει, μπορεί να ακολουθήσουν μέχρι και θανατηφόρες συγκρούσεις.
Το κυνήγι είναι η σημαντικότερη δραστηριότητα της αγέλης. Ενώ γίνεται ομαδικά, συντονίζεται από τον αρχηγό. Παραδόξως, τα θύματα που επιλέγουν οι λύκοι είναι ζώα πιο μεγαλόσωμα από τους ίδιους. Οταν υπάρχει μεγάλη διαθεσιμότητα θηραμάτων, οι λύκοι θανατώνουν περισσότερα ζώα απ' όσα χρειάζονται για να τραφούν. Μπορούν άλλωστε να καταναλώσουν περισσότερα από 7 κιλά κρέας ανά άτομο - μόνο σε ένα γεύμα! Μπορούν όμως και να επιβιώσουν για αρκετές ημέρες χωρίς καθόλου τροφή.
Το παιχνίδι του ζευγαρώματος: Ξεκινά στο τέλος του χειμώνα. Κατά κανόνα, τα αρσενικά δίνουν μάχες για να κερδίσουν το θηλυκό. Παρά τη σφοδρότητα που χαρακτηρίζει αυτούς τους αγώνες, δεν σημειώνονται ποτέ θάνατοι. Όποιος επικρατήσει χρίεται αρχηγός της αγέλης, ενώ ο χαμένος δέχεται την ήττα και ακολουθεί μοναχική πορεία. Οι μοναχικοί λύκοι περιφέρονται στις περιοχές επικράτειας άλλων αγελών, αλλά δεν συμμετέχουν στην κοινωνική ζωή. Ακολουθούν από απόσταση και αποφεύγουν να ουρλιάζουν.
Νέα μέλη στην οικογένεια: Σε 63 περίπου μέρες μετά το ζευγάρωμα (Απρίλιος - Ιούνιος) θα γεννηθούν τα μικρά. Οι λύκοι γεννούν από 3 έως 7 μικρά, που εντάσσονται στην αγέλη. Την ανατροφή τους θα αναλάβουν από κοινού οι γονείς και τα υπόλοιπα μέλη της αγέλης, παρέχοντάς τους τροφή και προστασία. Η γέννηση των μικρών επηρεάζει τις συνήθειες της αγέλης που σταματά τις πολλές μετακινήσεις. Τις 8 πρώτες εβδομάδες, όσο τα λυκάκια θηλάζουν, η μητέρα δεν τα εγκαταλείπει σχεδόν ποτέ. Θα περάσουν αρκετοί μήνες έως ότου τα μικρά ακολουθήσουν την αγέλη στις μετακινήσεις της. Θα παραμείνουν στην οικογένεια μέχρι να γίνουν ενός έτους οπότε και θα έχουν ολοκληρώσει την εκπαίδευσή τους και θα έχουν μυηθεί στα μυστικά της επιβίωσης.
Ευχαριστούμε τον Αρκτούρο για τη βοήθεια τόσο στο φωτογραφικό υλικό όσο και στα στοιχεία της έρευνας.
Ποιος είναι ο... κακός ο λύκος
• Ο πρώτος πρόγονος του λύκου εμφανίστηκε πριν από 54 εκατομμύρια χρόνια στη Βόρεια Αμερική, ενώ με τη σημερινή του μορφή πριν από 1,5 εκατ. χρόνια.
• Αποτελεί τον μεγαλύτερο σε μέγεθος εκπρόσωπο των κυνοειδών.
• Σήμερα επιβιώνουν δύο είδη λύκων, ο γκρίζος -αυτός με τη μεγαλύτερη εξάπλωση- και ο κόκκινος που ζει μόνο στις νοτιοανατολικές πολιτείες των ΗΠΑ και το Μεξικό.
• Αν και ζώο σαρκοφάγο, τρελαίνεται για τα σταφύλια!
• Έχει υψηλή νοημοσύνη και ανεπτυγμένη κοινωνική οργάνωση.
• Ζει κατά μέσον όρο 8 έως 16 χρόνια.
• Το βάρος του μεσογειακού λύκου κυμαίνεται από 20 έως 40 κιλά και το μήκος του φθάνει το 1 - 1,5 μέτρο, ενώ στο τρίχωμά του κυριαρχεί το καφέ χρώμα με χαρακτηριστική γκρίζα ράχη.
• Το κρανίο του είναι μεγάλο σε σχέση με το σώμα του, με ισχυρές γνάθους για αρπαγή και τεμαχισμό της λείας. Διαθέτει 42 δόντια με κυνόδοντες που φθάνουν έως και τα 7 εκατοστά. Το δάγκωμά του είναι δυο φορές πιο ισχυρό από του σκύλου.
• Το στέρνο του είναι μυώδες και τα πόδια του εξαιρετικά δυνατά και ψηλά ώστε να αναπτύσσει ταχύτητες έως και 40 χλμ./ώρα. Τα πέλματά του είναι στραμμένα προς τα έξω για να επιτρέπουν άνετο βάδισμα στο χιόνι.
• Η ισχυρότερη αίσθησή του είναι η όσφρηση. Μπορεί να εντοπίσει το θήραμά του σε απόσταση 3 χιλιομέτρων μόνο από τη μυρωδιά. Η ρινική του κοιλότητα είναι 14 φορές μεγαλύτερη από του ανθρώπου.
• Η ακοή του είναι επίσης δυνατή. Αντιλαμβάνεται ήχους σε ευρύ φάσμα συχνοτήτων από 250 Hz ώς 30.000 Hz.
• Ενώ τα περισσότερα θηλαστικά έχουν ασπρόμαυρη όραση, ο λύκος μπορεί και ξεχωρίζει το κόκκινο χρώμα που αντιστοιχεί στο αίμα και το κίτρινο χρώμα που αντιστοιχεί στα ούρα.
• Οι λύκοι επικοινωνούν μεταξύ τους με χαρακτηριστικές εκφράσεις του προσώπου, στάσεις του σώματος και ποικιλία ήχων.
• Όσα χρόνια κι αν παραμείνει στην αιχμαλωσία, δεν πρόκειται ποτέ να αποκτήσει τη συμπεριφορά σκύλου - δεν θα γίνει ποτέ ένας καλός φύλακας ή ένα υπάκουο κατοικίδιο.
Ανέκαθεν ο «κακός» των παραμυθιών
Η κακή του φήμη ξεκίνησε όταν κατά το Μεσαίωνα ξέσπασε επιδημία πανώλους και οι λύκοι ως πτωματοφάγοι έτρωγαν τους νεκρούς. Αργότερα, όταν στην Ελλάδα έπληξε τους λύκους επιδημία λύσσας η έντονη επιθετικότητά τους λόγω της ασθένειας μεγάλωσε το φόβο του κόσμου. Αλλά και μέχρι σήμερα η φιλολογία που τον συνοδεύει συνοψίζεται ίσως σε μία και μόνη φράση: είναι το άγριο ζώο που ρημάζει τα κοπάδια των βοσκών και καταστρέφει το βίος τους.
«Όταν ο άνθρωπος ήταν ακόμα κυνηγός, υπήρχε ένας φυσικός ανταγωνισμός με τον λύκο, αφού τα θηράματα και των δύο ειδών ήταν παρόμοια. Από τη στιγμή που άρχισε να εξελίσσεται και, κυρίως, να ανακαλύπτει τη δυνατότητα που ο ίδιος έχει να εκτρέφει ζώα, η αρνητική εικόνα του λύκου απέκτησε ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις για έναν απλό λόγο: ο λύκος δεν μπορούσε και δεν μπορεί να καταλάβει ότι τα ζώα του κοπαδιού αποτελούν περιουσία κάποιου άλλου», εξηγεί ο Λάζαρος Γεωργιάδης, βιολόγος - υπεύθυνος δράσεων του Αρκτούρου. «Όμως, ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα δύο είδη έγινε ακόμα πιο έντονος, όταν ο άνθρωπος με το κυνήγι επενέβη στη Φύση σε τέτοιο βαθμό ώστε να πάρει από τον λύκο τη φυσική του λεία. Και αυτό είναι ξεκάθαρο στην περίπτωση της Ελλάδας, π.χ. με το ελάφι που εξοντώθηκε από τον άνθρωπο. Αφού, λοιπόν, ο λύκος δεν έβρισκε τροφή, θα πήγαινε να «κλέψει» την έτοιμη, τα πρόβατα των κτηνοτρόφων».
0 Σχόλια