Τον αποκαλούν «φωνής της λογικής» μέσα σε μία πανδημία που έχει μετατρέψει τους πάντες σε ειδικούς. Ο καθηγητής Πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, διευθυντής της Πνευμονολογικής κλινικής του Πανεπιστημιακού νοσοκομείου Λάρισας Κώστας Γουργουλιάνης, μίλησε δίνοντας ψύχραιμες απαντήσεις για την εξέλιξη της πανδημίας του κοροναϊού, τις μεταλλάξεις και την ανοσία.
Είναι πολλά ή λίγα τελικά τα κρούσματα;
Ο Κώστας Γουργουλιάνης αναφέρθηκε στον τρόπο καταγραφής και δημοσιοποίησης των μολύνσεων του κοροναϊού, ο αριθμός των οποίων πολλές φορές τρομάζουν τους πολίτες.
Για μία ακόμη φορά ο Κωνσταντίνος Γουργουλιάνης αναπτύσσει την κριτική του σχετικά με τον τρόπο καταγραφής και δημοσιοποίησης του αριθμού μολύνσεων από κοροναϊό: «Ασκώ κριτική γιατί αυτό που έχει σημασία είναι κάποιος να ξέρει τον δείκτη θετικότητας και όχι τον αριθμό των κρουσμάτων. Σημαντικό δεν είναι πόσες μολύνσεις έχεις, σημαντικό είναι πόσα τεστ έκανες. Επίσης θα βοηθούσε να ξέραμε τον δείκτη θετικότητας και μάλιστα την μεταβολή του σε κάθε περιοχή, ενώ θα έπρεπε να υπολογίζονται ξεχωριστά τα γρήγορα τεστ σε σχέση με τα μοριακά. Τα γρήγορα τεστ είναι επιδημιολογικές μελέτες στην κοινότητα. Τα μοριακά τεστ γίνονται σε εργαστήρια και σε νοσοκομεία σ’ αυτούς που είναι ύποπτοι ότι νοσούν. Άρα είναι εντελώς διαφορετικά πράγματα μεταξύ τους. Επίσης αυτό που θα είχε σημασία είναι να ξέρει κάποιος πως άλλαξε το προφίλ σε κάθε περιοχή. Παράλληλα, ακούγεται ότι από την αρχή της πανδημίας είχαμε έναν συγκεκριμένο συνολικό αριθμό κρουσμάτων. Δεν λέει τίποτα αυτό. Αυτούς που είχαμε πριν από ένα χρόνο γιατί τους αθροίζουμε με αυτούς που έχουμε τώρα; Είναι η άχρηστη πληροφορία. Δεν έχει καμία σχέση αυτό. Άλλωστε, οι αριθμοί που ανακοινώνονται αφορούν όσες μολύνσεις έχουν εντοπιστεί, καθώς υπάρχουν και άλλες που δεν τις έχουμε βρει. Είναι γνωστό ότι στην αρχή της πανδημίας κάναμε πολύ λιγότερα τεστ, τώρα κάνουμε πολύ περισσότερα. Άρα μπερδεύουμε… μήλα με πορτοκάλια.
Το άλλο που ήθελα να πω είναι ότι δεν έχει νόημα η αναφορά του αριθμού των διασωληνωμένων. Σημασία έχουν οι νέες διασωληνώσεις… Αυτό που μας δίνεται είναι η απλή καταγραφή δεδομένων χωρίς να παρουσιάζεται η τάση, την οποία πολύ συχνά πρέπει να υπολογίζουμε. Ακόμα και ο αριθμός των τεστ δεν ανακοινώνεται επισήμως. Πρέπει να μπούμε στο δελτίο του ΕΟΔΥ για να ψάξουμε από το διάγραμμα, να το προσεγγίσουμε, να το υπολογίσουμε ώστε να σχηματίσουμε την θετικότητα.
Άρα θα έπρεπε να υπάρχουν στοιχεία ανά περιοχή, ξεχωριστά για τα rapidtests, ξεχωριστά για τα μοριακά τεστ και κυρίως σε ότι αφορά διασωληνώσεις και νοσηλείες να παρατίθεται η τάση και η πορεία».
Τα χαρακτηριστικά του τρίτου κύματος
Ο Κωνσταντίνος Γουργουλιάνης σκιαγραφώντας τα γνωρίσματα που έχει σε αυτήν την φάση η πανδημία του κοροναϊού δηλώνει πως «το τρίτο κύμα έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά. Δηλαδή αφορά νεότερους ανθρώπους. Η κύρια ερμηνεία είναι ότι οι άνθρωποι από 80 ετών και άνω έχουν εμβολιαστεί, επομένως βλέπουμε όλο και λιγότερους ασθενείς μεγάλης ηλικίας. Η μέση ηλικία των ασθενών που νοσηλεύουμε είναι από 45 έως 60 ετών. Δηλαδή άνθρωποι οι οποίοι συνέχισαν να εκτίθενται στον ιό και δεν πρόλαβαν να εμβολιαστούν» και προσθέτει: «Σε ότι αφορά τις μεταλλάξεις και αν τις καλύπτει ο εμβολιασμός, η εικόνα που έχουμε τουλάχιστον από τα τέσσερα εμβόλια που έχουν δοκιμαστεί είναι ότι πιάνουν την βρετανική μετάλλαξη, που ως μεταδοτικότερη φαίνεται ότι επιβίωσε».
Ειδική μνεία κάνει ο Διευθυντής Πνευμονολογικής Κλινικής του ΠΓΝΛ στις αντοχές που έχει σε τοπικό επίπεδο – κατά την τρέχουσα περίοδο – το Σύστημα Υγείας: «Ακόμη υπάρχουν κρεβάτια Εντατικής Θεραπείας Covid– 19, ενώ έχουν ανοίξει κι’ άλλα κρεβάτια σε πτέρυγες του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου για νοσηλεία ασθενών με κοροναϊό. Άρα σε αυτήν την φάση δεν έχουμε φτάσει στα όριά μας. Φαίνεται να αντέχει το Σύστημα. Θα εξαρτηθεί πως θα πάει τις επόμενες ημέρες. Αυτό που νομίζω ότι είναι διαφορετικό αφορά στο γεγονός ότι έχουμε περισσότερο και καλύτερο εξοπλισμό, με monitor για παρακολούθηση των ασθενών, με συστήματα παροχής οξυγόνου υψηλής πίεσης. Άρα είμαστε καλύτερα οργανωμένοι απ’ ότι στο πρώτο κύμα. Αυτό οφείλεται σε αγορές από το Νοσοκομείο και σε δωρεές και χορηγίες που έγιναν στην προηγούμενη φάση. Έχουμε περισσότερους αναπνευστήρες. Ελπίζουμε πως δεν θα τους χρειαστούμε, ώστε να διασωληνώσουμε ασθενείς σε κοινούς θαλάμους».
Τί δεν έγινε καλά και φτάσαμε στη νέα έξαρση
Η συζήτηση με τον Καθηγητή Πνευμονολογίας οδηγείται σε όσα – κατά την γνώμη του – δεν έγιναν καλά, ενώ πλέον είναι δεδομένη η νέα έξαρση της πανδημίας: «Έχω τοποθετηθεί πολλές φορές – τώρα το λένε και άλλοι μαζί με εμένα – ότι δεν χρησιμοποιήσαμε την φύση, τον ήλιο, τον αέρα, κάτι που κάνουν οι Βόρειες χώρες. Δηλαδή στην Ελλάδα θυμίζω ότι παλαιότερα, τον Μάρτιο, βγαίναμε από το πρωί, πηγαίναμε σούπερ μάρκετ που άνοιγε πολύ νωρίτερα και λειτουργούσε μέχρι στις 9 το βράδυ. Άρα δεν είχαμε συνωστισμό ούτε μέσα στα σούπερ μάρκετ, ούτε έξω. Και μετά οι άνθρωποι είχαν την δυνατότητα να περπατάνε ελεύθερα… Τώρα κάναμε μία άλλη επιλογή, να κλείνουμε τους ανθρώπους μέσα στα σπίτια από τις 7 το απόγευμα ή από τις 9 το βράδυ στην Αθήνα και στην περιοχή μας. Πλέον, είμαστε έναν χρόνο μετά, οι άνθρωποι έχουν ταλαιπωρηθεί, έχουν κουραστεί. Άρα νομίζω ότι μια αντιμετώπιση θα ήταν περισσότερος χρόνος στον εξωτερικό χώρο. Τα παιδιά θα μπορούσαν να κάνουν μαθήματα σε εξωτερικούς χώρους. Θυμίζω ότι στον καιρό της φυματίωσης λειτουργούσαν σχολεία εκτός κτιρίων. Στη Νορβηγία υπάρχουν ακόμη και τώρα εικόνες όπου τα παιδιά, με αραιά θρανία, εκπαιδεύονται έξω.
Θα έπρεπε μια οικογένεια να έχει τη δυνατότητα να περπατήσει ας πούμε στον Όλυμπο ή στο Πήλιο και να μην αναγκάζεται να είναι δύο χιλιόμετρα γύρω από το σπίτι. Επίσης, όποιος θέλει να μπορούσε να ψαρέψει ή να κυνηγήσει. Όλα αυτά που δια ροπάλου τα απαγορεύσαμε και ουσιαστικά κλείσαμε τους ανθρώπους στο σπίτι. Άρα η δικιά μου πρόταση είναι ζωή στην ύπαιθρο. Αυτό θα ήταν ένα μήνυμα και νομίζω έγινε λάθος στο συγκεκριμένο ζήτημα. Ουσιαστικά κλείσαμε τους ανθρώπους στα σπίτια και από εκεί και πέρα όλοι συζητάνε για την ενδοοικογενειακή μετάδοση. Πώς γίνεται όμως η ενδοοικογενειακή μετάδοση; Γίνεται στο σπίτι από τους ανθρώπους που βρίσκονται μαζί. Δηλαδή αυτό που ακούστηκε από κυβερνητικά χείλη ότι στις γιορτές Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς μπορούν να είναι εννιά άτομα στο σπίτι νομίζω ότι ήταν λάθος. Δεν πρέπει να είναι εννιά.
Στις γιορτές πρέπει να είναι ο ίδιος πυρήνας της οικογένειας που ήταν και πριν: δυο, τρία, τέσσερα, πέντε άτομα. Και όταν βγουν οι ίδιο άνθρωποι, χωρίς να έρχονται σε επαφή με άλλους, να κερδίζουν όσο γίνεται περισσότερο χρόνο στον θεραπευτικό ήλιο, στον θεραπευτικό αέρα και στην θεραπευτική φύση».
Η πορεία προς το τέλος της πανδημίας
Σχετικά με τα σενάρια που κυκλοφορούν περί σταδιακής άρσης των περιοριστικών μέτρων ο Κωνσταντίνος Γουργουλιάνης επισημαίνει χαρακτηριστικά: «Εγώ δεν το βαφτίζω σταδιακή άρση των περιοριστικών μέτρων. Εγώ το λέω η πορεία προς το τέλος της πανδημίας. Δηλαδή πως θα πάμε το επόμενο διάστημα με έναν λαό κουρασμένο και ταλαιπωρημένο όταν έχουμε αυξήσει την ανοσία. Γιατί αρκετοί από τους ανθρώπους έχουν νοσήσει, διαθέτουν πλέον αντισώματα και αυτό είναι προστατευτικό για τους υπόλοιπους, ενώ επίσης άλλοι έχουν εμβολιαστεί. Άρα έχουμε έναν κουρασμένο πληθυσμό που απέκτησε έναν βαθμό ανοσίας, καθώς νόσησε το 15, το 20 μπορεί και το 30 % ενώ έχει εμβολιαστεί το 10%» και σε άλλο σημείο τονίζει «όταν έχουμε καλές πρακτικές από το εξωτερικό που είναι η φύση, οι συναντήσεις μας στον εξωτερικό χώρο, εμείς επιμένουμε σε μέτρα σκληρά και απαγορευτικά. Επομένως αυτό που έρχεται δεν είναι χαλάρωση. Είναι τι δίνουμε στους κουρασμένους ανθρώπους, που πρέπει να έχουν ένα όραμα ότι τελειώνουμε με την πανδημία. Άλλωστε, μπορούμε να πούμε ότι το 20% έχει αποκτήσει ανοσία καθώς νόσησε από τον ιό και το 10% έχει εμβολιαστεί. Άρα ένας στους τρεις είναι ήδη άνοσος, προστατευμένος».
Ο Καθηγητής Πνευμονολογίας σχολιάζοντας τις τελευταίες εξελίξεις που αφορούν το εμβόλιο της AstraZeneca αναφέρει χαρακτηριστικά: «Μελετώ τα δεδομένα από την Αγγλία, όπου έγιναν εκατομμύρια εμβολιασμοί και το ποσοστό των ανθρώπων που είχαν κάποια παρενέργεια είναι πολύ μικρό. Επομένως σε αυτήν την φάση δεν θα απέτρεπα κάποιον από το να κάνει το εμβόλιο». Σε ότι αφορά τον ρυθμό με τον οποίο προχωρά ο εμβολιασμός στη χώρα ο κ. Γουργουλιάνης επισημαίνει: «Η ταχύτητα “τρέχει” με βάση τα διαθέσιμα εμβόλια. Άρα νομίζω ότι σε αυτό το σημείο έχω να πω πολύ καλά λόγια. Αυτά τα εμβόλια έχουμε. Η διαδικασία γίνεται με ένα ηλεκτρονικό σύστημα που αξιοποιεί και το ιατρικό δυναμικό. Εγώ για τα εμβόλια δεν γκρινιάζω καθόλου. Θεωρώ ότι κάνουμε το καλύτερο δυνατόν. Δεν πάνε χαμένα. Δεν πετιούνται δόσεις. Νομίζω ότι τα εμβόλια τα αξιοποιούμε όσο γίνεται καλύτερα».
Η απάντηση στο σκληρό lockdown του Δερμιτζάκη και μετά τον εμβολιασμό
Την άποψη πως θα πρέπει να υπάρξει σκληρό lockdown όταν το 60-70% του πληθυσμού θα έχει εμβολιαστεί εξέφρασε ο καθηγητής Ιατρικής του πανεπιστημίου της Γενεύης Μανώλης Δερμιτζάκης.
Μιλώντας στο MEGA, ο κ. Δερμιτζάκης είπε χαρακτηριστικά πως «Αν πετύχουμε ένα 60-70% του πληθυσμού να έχει εμβολιαστεί τον Μάιο, και κάνουμε μετά ένα πολύ σκληρό lockdown τριών εβδομάδων, τότε ίσως μπορούμε μετά να ανοίξουμε συνολικά. Η μεταβατική περίοδος θα είναι πολύ πιο ελεύθερη από ό,τι είμαστε τώρα, αλλά δε θα είναι τελείως ελεύθερα. Ακόμα και να φτάσουμε στο 70% του πληθυσμού να είναι εμβολιασμένο, είναι διαφορετική η θεωρία από την πράξη στον έλεγχο του ιού. Ακούμε για μεταλλάξεις ή για στελέχη. Δεν αποκλείεται να υπάρχει κάποιο στέλεχος να αρχίσει τη μετάδοσή του. Από το σημείο που θα πετύχουμε την ανοσία της αγέλης, μέχρι το σημείο που πραγματικά ελέγχουμε την πανδημία, πρέπει να είμαστε προσεχτικοί στη διαχείριση».
Ο κ. Γουργουλιάνης, απάντησε σχετικά:
«Να μην ακούτε τους καθηγητές, συμπεριλαμβανομένου και εμού, ειδικά όταν είναι απέξω. Λοιπόν. Οι πανδημίες κρατούν 1,5 χρόνο. Είμαστε στα όρια. Η πανδημία εξαντλείται όταν ο ιός γίνεται μεταδοτικότερος και δεν σκοτώνει. Εγώ βλέπω ελαφρύτερα περιστατικά. Χθες διασωλησώσαμε στην κλινική μου έναν άρρωστο, μετά όμως από πολύ καιρό. Ίσως και πάνω από μήνα. Είναι μια εκτίμηση, δεν είναι επιστημονικό αυτό που σας λέω. Αν έχουμε αυξημένο ιικό φορτίο στα λύματα και λίγους στις ΜΕΘ, σημαίνει οτι έχουμε νοσηρότητα, αλλά όχι θνησιμότητα. Οι άνθρωποι που πεθαίνουν είναι πάνω από 75 ετών. Αν τους εμβολιάσουμε, γλιτώνουμε θανάτους και πίεση στα Νοσοκομεία. Οι νεότεροι το περνάνε σαν συνάχι. Κάποιοι εξ αυτών πιο χοντρούληδες ή με κάποιο πρόβλημα θα στραβώσει κάτι, αλλά θα μπορεί το ΕΣΥ να τους προσφέρει καλύτερη φροντίδα. Μόνο πανικό φέρνουν τα σενάρια οτι και μετά τον εμβολιασμό θα φοράμε μάσκα και δε θα βγούμε ποτέ από τα σπίτια μας.»
Οι μεταλλάξεις
Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας τόνισε οτι «οι μεταλλαξεις κάνουν τον ιό πιο μεταδοτικό. Το ξέρουμε από την βρετανική μετάλλαξη. Δε σημαίνει οτι τον κάνουν πιο θανατηφόρο. Νοσούν περισσότεροι, άρα κάποιοι μοιραία θα νοσήσουν βαρύτερα. Τις μελετάμε τις μεταλλάξεις, αλλά χρειάζεται ψυχραιμία. Κουβεντιάζουμε πράγματα που τρομάζουν τον κόσμο και αν δεν είχαμε τηλεοράσεις και ίντερνετ, θα βλέπαμε την πανδημία να εξαντλείται από μόνη της χωρίς να μας ρωτάει.»
Το τείχος ανοσίας
«Κάναμε μία έρευνα στη Δεσκάτη. Εκεί αποδείχθηκε οτι υπάρχει ανοσία σε ποσοστό μεταξύ 20 και 40%. Είδαμε 400 ανθρώπους και κάναμε αντισώματα. Είναι άνθρωποι που νόσησαν ήδη και 1 στους 3 δεν ήξερε καν οτι το πέρασε. Δεν είχαν εμβολιαστεί ακόμα. Ο Βόλος ή η Λάρισα πιθανά να έχουν μία ανοσία της τάξης του 20% – 25%. Αν εμβολιάσουμε και το άλλο 25% θα πάμε στο 50%. Μας βοηθάει που και οι δύο πόλεις ταλαιπωρήθηκαν από τον κοροναϊό στο παρελθόν με αρκετές μολύνσεις» επισήμανε ο κ. Γουργουλιάνης.
Η «βρετανική» παραλλαγή δεν προκαλεί πιο βαριά και θανατηφόρα COVID-19, σύμφωνα με νέες έρευνες 4/21
Η άκρως μεταδοτική αυτή παραλλαγή, που αρχικά ανιχνεύθηκε στο Κεντ της Αγγλίας πέρυσι το φθινόπωρο και έκτοτε έχει κυριαρχήσει σε Ευρώπη και Βόρεια Αμερική, μεταξύ άλλων εμφανίζοντας γρήγορη εξάπλωση και στην Ελλάδα, δεν φαίνεται τελικά να προκαλεί πιο βαριά συμπτώματα και μεγαλύτερες επιπλοκές.
Προηγούμενες ενδείξεις είχαν υπάρξει ότι η Β.1.1.7 μπορεί να οδηγήσει σε χειρότερη έκβαση της Covid-19, κάτι όμως που δεν επιβεβαιώνουν οι δύο νέες έρευνες, οι οποίες χρησιμοποίησαν διαφορετικές μεθόδους, σύμφωνα με τους «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» και το πρακτορείο Ρόιτερς.
Η μία μελέτη συνέκρινε τη σοβαρότητα της νόσου σε 496 ασθενείς εισηγμένους κατά το δίμηνο Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου σε δύο νοσοκομεία του Λονδίνου, οι οποίοι είχαν μολυνθεί είτε με τη βρετανική παραλλαγή είτε με άλλες. Δεν βρέθηκε κάποια διαφορά στον κίνδυνο σοβαρής νόσησης ή θανάτου μεταξύ των διαφόρων παραλλαγών. Επικεφαλής της μελέτης, η οποία δημοσιεύθηκε στο ιατρικό περιοδικό «The Lancet Infectious Diseases«, ήταν η ελληνικής καταγωγής κλινική ιολόγος δρ Ελένη Ναστούλη του Πανεπιστημιακού Κολλεγίου του Λονδίνου (UCL), απόφοιτος της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ συμμετείχαν δύο ακόμη Έλληνες της διασποράς, οι Μάριος Μαργαρίτης και Σταυρούλα Παρασκευοπούλου (και οι δύο του UCL).
Η άλλη έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό για θέματα δημόσιας υγείας «The Lancet Public Health«, μελέτησε στοιχεία που συλλέχθηκαν από τη βρετανική κινητή εφαρμογή Zoe Covid Symptom Study (όπου οι χρήστες καταγράφουν τα συμπτώματα τους στο κινητό τηλέφωνο τους) και τα οποία συσχετίσθηκαν με στοιχεία επιδημιολογικής επιτήρησης με βάση την γονιδιωματική ανάλυση των διαγνωστικών τεστ κορονοϊού (καταγράφονται έτσι οι διαφορετικές παραλλαγές του ιού στον πληθυσμό).
Δεν διαπιστώθηκε διαχρονικά κάποια επιδείνωση των συμπτωμάτων μετά την επικράτηση της παραλλαγής Β.1.1.7.
0 Σχόλια